Οι επενδυτές αδυνατούν να αποσύρουν κεφάλαια δισεκατομμυρίων από τις ρωσικές τράπεζες

Οι επενδυτές αδυνατούν να αποσύρουν κεφάλαια δισεκατομμυρίων από τις ρωσικές τράπεζες

ΔΙΕΘΝΗ UPD 20:04 Δημιουργία 23/02/23, 19:54
Αρθρογράφος: Newsroom
NEWSROOM

Δισεκατομμύρια δολάρια σε λογαριασμούς ξένων επενδυτών λιμνάζουν στη Ρωσία, καθώς οι εταιρείες τους δεν μπορούν να τα αποσύρουν από τις τράπεζες λόγω των κυρώσεων.

Μεταξύ αυτών, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg περιλαμβάνονται μερίσματα από μετοχές και τόκους από ομόλογα που οι ξένες εταιρείες δεν κατάφεραν να πουλήσουν πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Τα χρήματα φυλάσσονται σε ειδικούς τραπεζικούς λογαριασμούς σε ρούβλια για μη μόνιμους κατοίκους, γνωστούς ως λογαριασμούς τύπου C. Οι κάτοχοί τους δεν μπορούν να κάνουν αναλήψεις από αυτούς τους λογαριασμούς, οι οποίοι μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για συγκεκριμένους σκοπούς, όπως η πληρωμή φόρων.

Νομικά, γράφει το Bloomberg, τα χρήματα ανήκουν σε μερικούς από τους μεγαλύτερους επενδυτικούς οίκους, όπως η JPMorgan Asset Management και η Schroders Plc, αλλά οι περισσότεροι εκτιμούν πως δεν πρόκειται να πάρουν πίσω τα χρήματά τους... Τουλάχιστον, όχι όσο ο Βλαντίμιρ Πούτιν παραμένει στην προεδρία της Ρωσίας.

Κατά την διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε αυτόν τον μήνα, η Διοικήτρια της Κεντρικής Τράπεζας Ελβίρα Ναμπιούλινα αρνήθηκε να αποκαλύψει πόσα χρήματα βρίσκονται στους ειδικούς τραπεζικούς λογαριασμούς τύπου C, αλλά είπε ότι συνεχίζουν να αυξάνονται.

Το πρακτορείο Interfax είχε μεταδώσει τον Νοέμβριο, επικαλούμενο πηγές προσκείμενες στην Κεντρική Τράπεζα , ότι στους λογαριασμούς αυτούς φυλάσσονται περισσότερα από 280 δισεκατομμύρια ρούβλια (3,7 δισ. δολάρια). Εκπρόσωποι της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας αρνήθηκαν να σχολιάσουν το ζήτημα.

Πριν από τον πόλεμο, οι ξένες επενδύσεις στη Ρωσία ήταν σημαντικές και ανέρχονταν σε περίπου 150 δισεκατομμύρια δολάρια σε μετοχές και κρατικά ομόλογα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Χρηματιστηρίου της Μόσχας και της Τράπεζας της Ρωσίας.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ και Bloomberg

Αν σου άρεσε κάνε